Σάββατο 20 Δεκεμβρίου 2014

Justice

- This is unacceptable. You should change it. 
- You thing so?
- Yes. 
- OK. 

...

- You should definitely change this too.
- OK. 
- Good. 
- I don't like that. Please stop doing it. 
- No. I am not changing anything. 

... 

Παρασκευή 3 Οκτωβρίου 2014

Ça fait déjà six ans

Έφτασαν πάλι αυτές οι μέρες του χρόνου. Αυτές τις μέρες που έχουν γίνει μελαγχολικές, κατατονικές. Μετράμε δύο χρόνια. Δύο χρόνια μακριά. Ίσως για τελευταία φορά. Γιατί όλα περιστρέφονται πλέον γύρω από σένα. Εσένα που με έχεις χαλάσει, «με έχεις ξεκάνει». Ακούω το ίδιο τραγούδι χωρίς σταματημό εδώ και μέρες. Το τραγούδι που άκουσα για πρώτη φορά από τον αδερφό σου σε εκείνη την ταβέρνα. Ήταν χαράματα. Ήθελα να φύγουμε, να πάμε σπίτι, να κοιμηθούμε αγκαλιά. Από τους πρώτους στίχους μου προκάλεσε ενδιαφέρον. Καθώς το τραγούδι προχωρούσε, ταυτιζόμουν ολοένα και πιο πολύ. Ίσως και να είχαμε τσακωθεί πιο πριν. Οι τσακωμοί είχαν γίνει η συνήθεια του καλοκαιριού. Κάπου στη μέση ευχόμουνα να ήμουν κάπου μόνη μου και να το άκουγα. Με το ζόρι συγκρατούσα τα δάκρυα. Προς το τέλος, αποφάσισα να μπλοκάρω τον κόσμο και να το απολαύσω. Έστω και για λίγο. Οι στίχοι ήταν πανέμορφοι και απλά δεν ήθελα να τελειώσει. Πέντε όμορφα λεπτά πέρασαν και ήταν μόνο δευτερόλεπτα. Θυμάμαι ακριβώς που καθόμασταν, σχεδόν όλοι, τον αδερφό σου στη σκηνή με την κιθάρα, εσένα και τους υπόλοιπους στο τραπέζι να βλέπετε τους στίχους από το κινητό και να τραγουδάτε, εμένα.

Λίγες μέρες μετά, ίσως βέβαια να ήταν και δύο μήνες, το άκουσα για τελευταία φορά. Δεν ήταν όμως στην ταβέρνα, αλλά στο όμορφο μπαράκι στην πρωτεύουσα. Πάλι από τον αδερφό σου που το λέει τόσο όμορφα. Ήμασταν μεγάλη παρέα και περνούσαμε καλά. Όταν ξεκινούσε το τραγούδι, γύρισες με είδες και μου έγνεψες ότι αρχίζει. Είχες πλέον καταλάβει ότι αυτό το τραγούδι με αγγίζει πολύ (ίσως πιο πολύ απ’ όσο θα ‘πρεπε). Εκείνη την ώρα λοιπόν, μιλούσα με αυτόν που καθόταν δίπλα μου. Η συζήτηση δεν ήταν σοβαρή, ήταν ότι να ‘ναι. Σταμάτησα να συμμετέχω λέγοντας πως μετά το τέλος του τραγουδιού θα είμαι και πάλι διαθέσιμη. Έβλεπα μελλοντικές εικόνες, εικόνες άλλων από το παρελθόν τους. Οι άλλοι που πέρασαν άσχημες μέρες, κυνηγημένοι από λάθη που έκαναν. Γιατί υπάρχουν κανόνες τους οποίους αγνόησαν και ακολούθησαν το συναίσθημα της στιγμής. Όταν ξέρεις τα λάθη των άλλων, όταν ξέρεις πόσο αυτά μπορούν να πληγώσουν, νιώθεις μια συμπάθεια. Στο «θύτη», στη «λεία», και στους δύο; Δεν ξέρω. Συμπάθεια στην αγνόηση των κανόνων που έφεραν τις άσχημες μέρες. Ίσως.

Η μέρα πλησιάζει επικίνδυνα γρήγορα και οι άμυνες είναι ακόμη απροετοίμαστες. Ξέρω πως δεν πρόκειται να ‘ρθεις κι όμως επιμένω να ελπίζω. Αρνούμαι να αφήσω το ενδεχόμενο να φύγει μακριά. Αυτό θέλω. Τη μέρα αυτή να είσαι εδώ. Σε μένα. Όχι αλλού. Γιατί ρε γαμώτο μπορεί να μην είναι και κάτι ιδιαίτερο αλλά μια μικρή σημασία την έχει. Τουλάχιστον για μένα. Δεν θέλω πάρτι, κλαμπ, ποτά κι όλα αυτά. Με έχουν κουράσει, με έχουν αηδιάσει. Θέλω ηρεμία, άνεση. Κάτι χαλαρό και γλυκό. Από σένα όμως, μόνο από σένα.

Θα έρθει η μέρα. Θα την περάσω μόνη μου (αν με αφήσουν), θα κλάψω, θα καταλάβω επιτέλους ότι η λογική νίκησε για ακόμη μια φορά. Θα χαθώ στον κόσμο που χάνομαι κάθε φορά, θα περάσει και θα γίνει πλέον μια ανάμνηση.


Μοναχικά γενέθλια στη Γαλλία. 

Τετάρτη 1 Οκτωβρίου 2014

Η αρχή του τέλους

Εβδομάδα τέσσερα.
Αλήθεια μου πήρε τέσσερις βδομάδες; 

Επιστροφή. Ένα καλοκαίρι περίεργο το οποίο με ανάγκασε να κάνω πράγματα για πρώτη φορά. Ένα καλοκαίρι που αντικατόπτρισε για πρώτη φορά το πως θα μπορούσε να είναι η μονιμότητα. Μαύρισα πολύ για πρώτη φορά, ένιωσα τόσο κοντά στο θάνατο, κατάφερα να εξοικειωθώ (σχεδόν) με τα νοσοκομεία. Πραγματικά ένα περίεργο καλοκαίρι.
Και ξαφνικά, ήρθε η μέρα που θα επιβιβαζόμουν στο αεροπλάνο. Ξανά. Έγιναν όλα τόσο μηχανικά, λες και αυτό κάνω από μικρή. Άσχημο πράγμα η συνήθεια. Κάποτε όταν έμπαινα στο αεροπλάνο προσπαθούσα να συγκρατήσω τα δάκρυα μου και να κρατήσω τον πανικό μακριά. Πάνε αυτά.
Όταν δε έφτασα «σπίτι» ήταν σαν να μην έφυγα ποτέ. Λες και οι τρεις μήνες που ήμουν μακριά ήταν απλά ένα όνειρο που έπρεπε να τελειώσει. Όλα είναι τα ίδια. Η ίδια θέα από το παράθυρο, ο ίδιος αδιάφορος κόσμος στο δρόμο, το ίδιο σπίτι. Εκτός από την καινούργια τζελατερία με σπιτικό ιταλικό παγωτό και τις αλλαγές στο ρόστερ του μάστερ, τα υπόλοιπα έμειναν στο περίπου στάσιμα.
Λίγοι μήνες μείνανε. Τέσσερις κατ’ ακρίβεια. Όταν σκέφτομαι ότι φτάνει το τέλος νιώθω νοσταλγία. Νοσταλγία για τα χρόνια που πέρασα εδώ, για όλα αυτά που έμαθα, ένιωσα κι έπαθα. Όλα όσα μετέτρεψαν το φοβισμένο δεκαεφτάχρονο σε ένα ενήλικα που έχει τα εφόδια και τις πιθανότητες να γίνει μια καλή επαγγελματίας. Γιατί δουλειά υπάρχει.

Σάββατο 22 Μαρτίου 2014

Sans aucun pretexte

Τίποτα δεν ξεπερνάει τη μαγεία του χαρτιού, τον τρόπο με τον οποίο με τον οποίο κουνάς τον καρπό σου, τους βολβούς ακολουθώντας την πορεία του χρώματος κάθως απλώνεται και γεμίζει το άδειο. Δε λέω, ωραίος και ο υπολογιστής αλλά τί εικόνες μπορεί να σου φέρει ακριβώς εκτός από την οθόνη και ίσως και κανένα τσιγάρο; 
Αυτή είναι και η ομορφία του να γράφεις. Το γέμισμα του άδειου, η δημιουργία εικόνων, το διάβασμα συναισθημάτων, το άγγιγμα, η μυρωδιά. 

Θέλω πάρα πολύ να βγω έξω, να πάω σε μια καφετέρια, κάτω από τον ήλιο, με ένα τετράδιο και ένα μολύβι, τα τσιγάρα και την έμπνευση, να καθίσω σ' ένα τραπεζάκι μόνη και να γράψω. Βέβαια, αυτός ο προγραμματισμός με τρομάζει. τι δηλαδή, θα κανονίσω να πάω κάπου για να το κάνω αποκλειστικά αυτό; Αυτό δε γίνεται, δε βγαίνει από μόνο του. Έλα όμως που το θέλω. 


Πέμπτη 7 Νοεμβρίου 2013

Ένας χρόνος και κάτι


Τόσος πολύς καιρός έχει περάσει και εγώ μια απ΄ τα ίδια. Μιλάω για την συγκεκριμένη παράνοια που πότε δε λέει να φύγει μακριά. Βόλτες κάνει και γυρίζει. Απόψε είναι και πάλι εδώ κι εγώ αγκαλιά με τον υπολογιστή και δίπλα μια φωτιά και ένα νερό να με προσέχουν και μουσική να με συντροφεύει (μάλλον από φόβο να μη μείνω μόνη στην ησυχία).

Ένας χρόνος έχει περάσει και έχουν έρθει τα πάνω κάτω στη ζωή μου. Έχασα τον έλεγχο και τον ανέκτησα αμέτρητες φορές. Πέρασα χίλιες και μία παρανοϊκές καταθλίψεις, γέλασα, θύμωσα και πάνω απ΄ όλα έκλαψα. Όντως έκλαψα πολύ την τελευταία χρονιά και το ειρωνικό, γιατί δεν έχω άλλη λέξη να το περιγράψω, είναι ότι το χάρηκα. Το χάρηκα πολύ. Ήταν κάτι που μου είχε λείψει πάρα πολύ.

Και μετά από ένα χρόνο, με βαμμένο για κάποιο λόγο νύχι, αποφάσισα να επιστρέψω. Έλπίζοντας συχνότερα από τις πάμπολλες άλλες φορές που έχω πει το ίδιο πράγμα.

Λόγος να χαλάσω την παράδοση δεν υπαρχεί για αυτό γράφω και πάλι για την σταθερή των τελευταίων έξι περίπου χρόνων. Το σημείο αναφοράς, το πρώτυπο, την έμπνευση, το κάτι άλλο.

Είμαστε, η σταθερή και εγώ, σε σημείο τριβής.
Στο χείλος του γκρεμού κι ας μη το παραδέχομαι. Μια ειλικρίνεια που σκοτώνει και ένα σωρό άλλα που κρύβονται, που παραμένουν άγνωστα και που δεν ξέρω αν θέλω να τα μάθω. Υπάρχουν πράγματα που με προβληματίζουν, πράγματα που με τρομάζουν και με αγχώνουν (ίσως αυτό να ευθύνεται για τους πόνους των τελευταίων ημερών, ίσως πάλι να υπερβάλω).
Η γραφομηχανή που εκσυγχρονίζεται και γίνεται ένα με το σήμερα. Μια γραφομηχανή που ήταν από πάντα κλασσική και δεν έλεγε να αλλάξει για τίποτα και για κανέναν. Εξακολουθώ να έχω στο νου αυτά που έμαθα στην αρχή. Αυτά που έβγαλε έξω και  τα μοιράστηκε με μια παρανοϊκή. Εξιστορούσε ιστορίες, εξηγούσε φυσικά και μη φαινόμενα, μάθαινε μουσική, έγραφε, έψαχνε και ψαχνότανε. Δεν έμενε ποτέ στάσιμη και ήταν πάντα περίεργη να μάθει τα πάντα. Είχε πάντα δίκαιο, είχε μυαλό και δεν το φημιζόταν. Ήταν ταπεινή, ήρεμη και ανώτερη. Αρνιότανε να πάρει μέρος στα φιάσκα που γίνονταν γύρω της και χάραζε τη δική της πορεία.
Από πάντα μια σχέση μαθητή-δασκάλου, σεβασμού και αγάπης, άλλαξε χίλιες φορές περιβάλλον και όμως εξακολουθεί να είναι εδώ. Άλλαξε δεδομένα και δεν πτοήθηκε, δέχτηκε αμέτρητα βλήματα από τους πολέμους που έζησε και δεν πέθανε. Είναι ζωντανή και θα παραμείνει. Θα παραμείνει αν εγώ την κρατήσω. Είναι κάτι που δεν μπορώ να σκεφτώ να μην έχω, έστω κι αν δεν το έχω πραγματικά. Είναι μια σχέση παράξενη, ιδιόρρυθμη.
Η γραφομηχανή παίρνει σάρκα και οστά και αποκτά τη δική της βούληση. Απορρίπτει σιγά-σιγά τις αρχές που αποφάσισε να έχει στα νεότερα της χρόνια και υιοθετεί νέο τρόπο ζωής, ταξιδεύει και αλλάζει τρόπο σκέψης. Κι όλα αυτά με ρυθμό σταθερό, για αυτήν. Για μένα ραγδαίο.
Κι όλα αυτά για να κάνω τον εαυτό μου να παλέψει. Για να μη φύγει μακριά η δική μου γραφομηχανή. 
"Είμαστε καλά. Θα γίνουμε εμείς, κι όλα θα πάνε μια χαρά. 
να θυμάσαι όμως να μην φύγεις. "
Ήταν εύκολο να το πω, να το αποδεχτώ, να το γράψω. Κι όμως ήταν τόσο δύσκολο να το μοιραστώ, να το βγάλω προς τα έξω. Εξακολουθεί να είναι δύσκολο. Πολυ περισσότερο τώρα, τώρα που τα πυρά έχουν αυξηθεί κατά πολύ.
Στη μέση ενός εμφύλιου πόσοι μπορεί να είναι οι επιζώντες; Μέχρι πότε θα αντέξουν;

Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2012

Το Κουτί της Πανδώρας


Είναι που λες το κουτί της Πανδώρας, το θυμάσαι είμαι σίγουρη. Αυτό το κουτί λοιπόν, της Πανδώρας, μας το ´χουνε δώσει εμάς να το φυλάμε. γιατί όμως δεν ξέρω. Αποφασίσαμε από κοινού να το βάλουμε πάνω στο σχοινί που μοιραζόμαστε. Ένα σχοινί που το θυμάμαι πάντα τεντωμένο. Είπαμε θα το βάλουμε στη μέση γιατί πάνω απ´ όλα είμαστε δίκαιοι. Κρατάμε το σχοινί από τις δυο του άκρες και το προσέχουμε σαν παιδί. Θυμάσαι που μου είπες ότι θα ´θελες να κάνεις πολλά παιδιά μια μέρα; Μου είπες πόσα και γέλασα. 
Από τότε που μας έδωσαν όμως, το κουτί της Πανδώρας δυσκολεύεται λίγο η επικοινωνία. Λιγουλάκι όμως. Ίσως δεν πιάνει σήμα, είμαστε και ψηλά. Ίσως να είναι και ο όγκος που κάνει παρεμβολές. Δεν έχει σημασία όμως γιατί εμείς προχωράμε. 
Δύο νέοι να παλεύουνε να βρούνε άκρη. Οδηγίες δεν μας έδωσε ποτέ κανείς. Κανείς δεν μας είπε τους κανόνες κι ας είναι αόρατοι. 
Τραβάω εγώ το σχοινί προς το μέρος μου αναγκάζεσαι να κάνεις ένα βήμα μπροστά, ένα μόνο γιατί είμαστε ψηλά.  Το κουτί, το δικό μας κουτί, κουνιέται και είναι έτοιμο να πέσει. Μας είπανε όμως ότι δεν πρέπει να πέσει. Εμείς το βάλαμε στη μέση ενός σχοινιού και στεκόμαστε στις οροφές δυο ουρανοξύστων. Τι ειρωνεία. Περνιόμαστε και για έξυπνοι. 
Τι θα γίνει άραγε όταν αρχίσεις να ανεβαίνεις; Δεν το ξέρεις εσύ ακόμα όμως εγώ είμαι σίγουρη. Φαίνεται ο άνθρωπος με μέλλον. Και, τι θα γίνει όταν εγώ αρχίσω να κατεβαίνω; Είμαι και γι' αυτό σίγουρη τα ψηλά δεν κάνουν για μένα μου είναι πολύ. 
Το κουτί της Πανδώρας. Η περιέργεια να το ανοίξουμε. Ο φόβος να τα χάσουμε όλα. Είπαμε να μην το ανοίξουμε κι ο πειρασμός μεγάλος. 
Όμως εμείς εκεί ατρόμητοι, γενναίοι θαρραλέοι  πήραμε το ρόλο μας στα σοβαρά. Γι' αυτό και είπαμε πως το κουτί της Πανδώρας θα παραμείνει κλειστό. Μέχρι νεοτέρας. Ώσπου να έρθουν να το παραλάβουν. Συνηθίσαμε να το 'χουμε εκεί στη μέση. Του δίνει ένα κάτι, μια γεύση.  Είμαστε καλά. Θα γίνουμε εμείς, κι όλα θα πάνε μια χαρά. 
να θυμάσαι όμως να μην φύγεις. 

Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2012

Tο γυαλί


Εσύ δεν έχεις πληγές, είσαι γυαλί ακέραιο.
Εσύ δεν έχεις σπάσει, είσαι γυαλί ακέραιο.
Εσύ δεν έχεις νιώσει, είσαι γυαλί ακέραιο.
Εσύ δεν έχεις αγαπήσει, είσαι γυαλί ακέραιο.

Αυτή την εντύπωση σου δείχνει κι όμως δεν είναι έτσι. Ξέρει, βλέπεις, να το κρύβει.

Όσο και να θες,
Πίσω δεν μπορείς τη ζωή σου να την πάρεις.
Ζήσε όση απομείνει.

Η ζωή δεν είναι γυαλί ακέραιο.
Η ζωή σπάει, γίνεται θρύψαλα.
Μικρά ασυμμάζευτα κομματάκια.

Και ξαφνικά, εκεί που δεν το περιμένεις
Όλα διορθώνονται,
Όλα μπαίνουν στη θέση τους,
Και το γυαλί γίνεται ξανά ακέραιο.