Τρίτη 25 Απριλίου 2017

Αλλαγή. Ενδεχομένως.

Οι άνθρωποι πληθαίνουν, η μουσική αλλάζει και ξεκινά να ακούγεται ξανά.
Ο ήλιος λάμπει πιο φωτεινός και μια επιθυμία για αλλαγή υπάρχει στον αέρα. Αλλαγή δουλειάς, αλλαγή συνηθειών, αλλαγή ιδεών και θέλω. Ενδεχομένως.
Τα φαντάσματα όμως εξακολουθούν το στοίχειωμα αυτών που δεν είναι και τόσο αθώοι.
Προσπάθησε να τα αγκαλιάσεις όταν έρθουν. Άσε τα να μπουν.
Απλά μην ξεχάσεις να νιώσεις τον ήλιο όταν έρθει το πρωί.

Σάββατο 11 Απριλίου 2015

Η καθημερινή περιπέτεια

Ξεκινά η διαδρομή από το μικρό αδιέξοδο που μοιάζει σαν ζούγκλα. Φτάνοντας στην Κηφισίας, έρχεται η στιγμή που πρέπει να την διασχίσεις. Μια καθημερινή μάχη με τους on-the-clock πιεσμένους οδηγούς που τρέχουν να προλάβουν το πράσινο στο φανάρι. Πραγματικά σε δεύτερη μοίρα οι πεζοί στην Αθήνα. Αφού περιμένεις ώρα για τον "Γρηγόρη" να φανεί, καταφέρνεις να φτάσεις στα μισά της λεωφόρου. Κι εκεί ξεκινά μια άλλη μικρή μάχη μέχρι να φτάσεις απέναντι. Γιατί ήδη ο "Σταμάτης" σου κλείνει το μάτι. 'Ασε που το πράσινο ισχύει για τους πεζούς και για τα αυτοκίνητα στην απέναντι σου πλευρά που επιθυμούν να πάρουν μέρος στον πρωινό αγώνα της Κηφισίας.
Τα κατάφερες χωρίς να σπάσεις κανένα χέρι, πόδι. κεφάλι. Το επόμενο μέρος είναι απλό. Περπάτημα για εκατό ή διακόσια μέτρα μέχρι να φτάσεις στην στάση του λεωφορείου. Έχεις την απίστευτη τύχη να περνούν δύο λεωφορεία που πάνε στην Πάντειο (ένα λεωφορείο και ένα τρόλλευ). Σκοτώστε με. Για μένα το ίδιο είναι. Επειδή το ένα έχει κεραίες; Σιγά. Λεωφορείο είναι και αυτό. Περιμένεις για λίγο και κάποιο θα περάσει. Δεν έχεις πολλές ελπίδες αλλά συνήθως η αναμονή δεν κρατάει πολύ.
Αν έχεις αργήσει πολύ, το λεωφορείο θα είναι σχετικά άδειο και πολύ πιθανόν να βρεις θέση να κάτσεις. Αν έχεις αργήσει λίγο, τότε ίσως και πάλι να βρεις θέση, έξι στάσεις μετα. Αν είσαι στην ώρα σου, τότε είσαι χαρούμενος που απλά μπήκες στο λεωφορείο και προσπαθείς να βρεις κάπου να κρατηθείς. 
Σε πόση ώρα θα φτάσεις; Κι αυτό εξαρτάται φυσικά από το πόσο έχεις αργήσει αλλά υπολογίζεις από 20 με 45 λεπτά. Ποτέ δεν ξέρεις.
Από την Κηφισίας, το λεωφορείο (ακόμα κι αν είναι το τρόλλευ) περνά στη Βασίλη Κωνσταντίνου. Βλέπεις την Ιρλανδική Πρεσβεία και χαίρεσαι, νιώθεις περήφανος, βλέπεις τον Δρομέα, το Hilton, την Εθνική Πινακοθήκη, το Εθνικό Κέντρο Ερευνών, το Καλλιμάρμαρο, το Έψιλον με τις απαίσιες φωτογραφίες των πρωταγωνιστών του - πως τις έχουν βάψει έτσι; - βλέπεις στα δεξιά σου την Ακρόπολη. Αν έχεις καλή διάθεση και έχεις ξυπνήσει αρκετά τότε ίσως τη θαυμάσεις, αλλιώς σου είναι παντελώς αδιάφορη γιατί νυστάζεις κια αυτό είνια πιο σημαντικό. Ίσως να μην την δεις καν αν αυτό που σε απασχολεί είναι το πότε θα κατέβει ο ανώμαλος που στέκεται δίπλα σου και τα έχεις κάνει πάνω σου μπας και σε πάρει από πίσω όταν κατέβεις. Βλέπεις τις ράγες του τραμ, που απ'όσο κατάλαβες περνάει σπάνια, να κρύβονται από τα αμάξια των βιαστικών οδηγών. Το λεωφορείο θα στρίψει δεξιά στην Βουρβάχη. Αυτό το δρομάκι που φοβήθηκες την πρώτη φορά ότι πήρες λάθος λεωφορείο και χάθηκες. Λίγα μέτρα μετά βλέπεις το φανάρι και ο οδηγός στρίβει αριστερά. Μπαίνεις στη λεωφόρο Συγγρού. Έχεις ακούσει τόσα, την έβλεπες με συγκεκριμένο μάτι και τώρα απλά αναρωτιέσαι. Είναι αρκετά φυσιολογική, γιατί έχει αυτή τη φήμη; Είνα τα λίγα sex shops που βλέπω που έκαναν τη ζημιά; Βέβαια, αυτό που βγάζει μάτι είναι ο αέρας basse classe. Κυρίως λόγω των φρικτών αφίσων των ερμηνευτών σε νυχτερινά κέντρα. Πάει κανείς εκεί; Βλέπεις τις αφίσες και αναρωτιέσαι. Γιατί. 
Όλα αυτά θα τα ξεπεράσεις όταν στα δεξιά δεις τη γέφυρα. Αν είσαι στην ώρα σου και βρίσκεσαι στα αριστερά του λεωφορείου, τότε θα δεις το τεράστιο ρολόι της Bulgari. Σήμα ότι σύντομα κατεβαίνεις. Ετοιμάζεσαι. Όχι ότι δεν ήσουν έτοιμος. Μετά στα δεξιά σου βλέπεις τα κίτρινα σημαιάκια της Hertz. Πλησιάσες. Πατάς το κουμπί για να σταματήσει ο οδηγός. Όχι πως χρείαζεται. Υπάρχουν πάντα - έστω και λίγοι - φοιτητές που κατεβαίνουν. Τώρα άν πάνε ή όχι στη σχολή δεν ξέρω. Πάντως τα καφέ εκεί γύρω και τα παγκάκια έξω έχουν πάντα κόσμο. Αλλά γιατί να ξυπνήσεις νωρίς και να πας για καφέ ενώ μπορείς απλά να κοιμηθείς; Αφού δεν θα πας στο μάθημα, επωφελήσου.
Εκεί λοιπόν, κατεβαίνεις. Γίνεσαι ένα με τους φοιτητές ενώ ξέρεις ότι αυτά πλέον έχουν τελειώσει για σένα. Στρίβεις δεξιά. Βλέπεις τα σιδερένια παγκάκια και τους φοιτητές-τουρίστες που εξυπηρετούν τις παρατάξεις τους. Κάθε πρωί σταθερά εκεί στο ραντεβού τους. Προχωράς μέχρι το τέρμα του δρόμου και πας αριστερά. Δεν ξέρεις αν είναι η ίδια γέφυρα με αυτήν που είχες δει πριν κατέβεις. Η απορία είναι η ίδια κάθε πρωί. Αν κατέβαινες στην προηγούμενη στάση θα περπατούσες λιγότερο; Αποφασίζεις για ακόμα μια φορά ότι όταν πας γραφείό θα το ψάξεις στο Google maps. Περνάς απο τον Κύριο Άστεγο που συνήθως διαβάζει εφημερίδα. Σε εκείνο το κομμάτι του δρόμου το πεζοδρόμιο έχει το πολύ 30 εκατοστά πλάτος. Αναγκαστηκά περπατάς στην άκρη του δρόμου. Και επειδή συνήθως υπάρχουν αυτοκίνητα παρκαρισμένα στην άκρη περπατάς πραγματικά στο δρόμο. Εύχεσαι να μην σε πατήσει κανείς. Είναι κεντρικός δρόμος και όλοι τρέχουν. Αφού επιζήσεις, φτάνεις στο συνεργείο που έχει αρκετή δουλειά (εξ΄ου και τα αυτοκίνητα) και ανακαλύπτεις ξανά το πεζοδρόμιο κανονικού μεγέθους. Η ανθισμένη λεμονιά μυρίζει υπέροχα. Μια πρωινή φρεσκάδα που έστω και για τρία δευτερα σου προκαλεί χαρά. Βρίσκεις το πάρκινγκ της ΥΠΕΧΩΔΕ και βλέπεις από πάνω δύο γέφυρες. Αναρωτιέσαι από που έρχονται και αν είναι ο ίδιος δρόμος. Ξανά. Λες στον εαυτό σου ότι θα ψάξεις τί σημαίνει ΥΠΕΧΩΔΕ με το που θα φτάσεις στο γραφείο. Περνάς από ένα εταιρικό κτίριο που σου βγάζει κάτι πολύ επαγγελματικό. Τζαμαρίες, κόσμος απ΄έξω, ψηλές γλάστρες, αυτόματες μηχανές, ρεσεψιόν, καντίνα. Λίγα μέτρα μετά, μια πορτοκαλιά σε ταξιδεύει αλλού για λίγο. Δύο ή τρία μαγαζιά και τέσσερις ελιγμούς μετά βρίσκεις την είσοδο του κτιρίου της εταιρείας στην οποία κάνεις την πρακτική σου. Ο παππούλης που λειτουργεί σαν η ασφάλεια και ο πορτιέρης του κτιρίου στέκεται έξω και πίνει το φραπέ του καπνίζοντας. Εναλλακτικά, θα πίνει το φραπέ του στο γραφειάκι του στην είσοδο. Πάντα με την ίδια παρέα. Αυτός ο παππούλης έχει σπουδάσει στο εξωτερικό, έχει δουλέψει στην Αγγλία και την Αμερική και για προσωπικούς λόγους, όπως είπε, επέλεξε να επιστρέψει στην πατρίδα και τώρα κάνει αυτή τη δουλειά εδώ και πολλά χρόνια. Λες καλημέρα με χαμόγελο, γιατί πάντα χαμογελάς, και πας στα ασανσέρ. Υπάρχουν τρία αλλά το μεσαίο δεν δουλεύει. Το αριστερό είναι πιο σύγχρονο και πιο γρήγορο αλλά κλωτσάει. Το δεξί είναι πανάρχαιο αλλά πιο χαλαρό. 
Μπαίνεις σε ένα από τα δύο και ανεβαίνεις στον τέταρτο. Διασχίζεις το μικρό διάδρομο και χτυπάς το κουδούνι της πόρτας στα αριστερά. Λες το όνομά σου και η πόρτα ανοίγει. Έτσι απλά και μαγικά. Λες καλημέρα στο κορίτσα που μοίαζει σαν παιδί, υπογράφεις και πας στο γραφείο σου. Λες καλημέρα στα κορίτσια. Θα σου απαντήσουν σπάνια. Ανάβεις τον υπολογιστή και κάθεσε. Όταν επιτέλους ανοίξει, κοιτάς το εταιρικό σου μέιλ και μπαίνεις στην πλατφόρμα όπου παρακολουθείσαι καθώς δουλεύεις. Δεκαπέντε λεπτά μετά είσαι έτοιμος να ξεκινήσεις την πραγματική δουλειά.
Κάθε φορά με το ίδιο άγχος και την ίδια αγωνία αν θα τα προλάβεις όλα και αν θα τα κάνεις καλά.

Δευτέρα 16 Φεβρουαρίου 2015

Digital problems in Athens

Here I am again sitting at a different table of the same coffee shop in Athens. I am coming here to work since my internship did not turn out as I hoped it would.
And suddently, a Sex and the City episode comes to mind. Of course I am a girl and of course I have watched Sex and the City; twice for that matter. Carrie's work was done mainly through her laptop. A wonderful gadget that has become a necessary evil. Don't get me wrong, I love the internet as everyone, maybe more than it deserves to. All her articles, all her work was saved in this new-age gadget; no paper, no pens.
My work is exactly the same.
One day, Carrie's laptop decides to crash. The PC expert - whom I will call Healer from now one - announces its death. It died and it was impossible to save anything; even the smallest of files. Absolutely nothing.
This is the second time I am in this position. Well almost. A fine morning, which started with sunshine and inspiration, has been a turned to a cloudy noon filled with frustration and anger. My concentration has jumped out of the window (arg, I do NOT want to see this word ever again). My first-day-of-the-week-lets-get-shit-done positivity has vanished as water that is being boiled at 200 degrees (bare in mind that I am not a scientist but I really wanted to emphasize my loss).
My problem, as I said, is slightly different. My laptop decided this fine morning that it did not like to work with Windows (arg!) anymore and could not open them. And though, I did not lose any of my personal data - unlike Carrie did - I lost all the programs I was using and were dear to me.
I lost my whole Office package, to which I no longer have the key because the Healer that installed my Office broke up with the girl that knew the person who gave me this laptop as a birthday present. Confused? Well, that's life.
Except Windows, I have also lost my translation tools (known to the experts as CAT tools). Their restoration is quite as complicated as their use. I have their key number (but I have to search my mails and notes for at least half an hour) and follow complex steps that I do not have the energy to follow right now.
The least important is losing my lovely antivirus that worked wonders, my amazing Google Chrome and my incredibly amazing Start/Shell button (because I run on Windows - fuck you Microsoft - 8). Given the fact that it took Internet Explorer fifteen minutes to launch, open the Google and then the Chrome page, allow me to press the download button and finally download Chrome, I am allowing myself to send a great, filled with irony "Thank you" to Microsoft.
While I am trying to count my loses and put the broken links (pun) of my digital life together, I am saying A "I do not like you very much right now; but that will probably pass soon as I am still able to recognize it is not your fault"; I say goodbye to my work for the days to come and to my productivity of course; I thank my - very surprising amount of - patience; I wish I could go home - to MY home - and hide beneath the covers untill... well for a very long time.

P.S.: I do not have my corrector anymore......

Σάββατο 20 Δεκεμβρίου 2014

Justice

- This is unacceptable. You should change it. 
- You thing so?
- Yes. 
- OK. 

...

- You should definitely change this too.
- OK. 
- Good. 
- I don't like that. Please stop doing it. 
- No. I am not changing anything. 

... 

Παρασκευή 3 Οκτωβρίου 2014

Ça fait déjà six ans

Έφτασαν πάλι αυτές οι μέρες του χρόνου. Αυτές τις μέρες που έχουν γίνει μελαγχολικές, κατατονικές. Μετράμε δύο χρόνια. Δύο χρόνια μακριά. Ίσως για τελευταία φορά. Γιατί όλα περιστρέφονται πλέον γύρω από σένα. Εσένα που με έχεις χαλάσει, «με έχεις ξεκάνει». Ακούω το ίδιο τραγούδι χωρίς σταματημό εδώ και μέρες. Το τραγούδι που άκουσα για πρώτη φορά από τον αδερφό σου σε εκείνη την ταβέρνα. Ήταν χαράματα. Ήθελα να φύγουμε, να πάμε σπίτι, να κοιμηθούμε αγκαλιά. Από τους πρώτους στίχους μου προκάλεσε ενδιαφέρον. Καθώς το τραγούδι προχωρούσε, ταυτιζόμουν ολοένα και πιο πολύ. Ίσως και να είχαμε τσακωθεί πιο πριν. Οι τσακωμοί είχαν γίνει η συνήθεια του καλοκαιριού. Κάπου στη μέση ευχόμουνα να ήμουν κάπου μόνη μου και να το άκουγα. Με το ζόρι συγκρατούσα τα δάκρυα. Προς το τέλος, αποφάσισα να μπλοκάρω τον κόσμο και να το απολαύσω. Έστω και για λίγο. Οι στίχοι ήταν πανέμορφοι και απλά δεν ήθελα να τελειώσει. Πέντε όμορφα λεπτά πέρασαν και ήταν μόνο δευτερόλεπτα. Θυμάμαι ακριβώς που καθόμασταν, σχεδόν όλοι, τον αδερφό σου στη σκηνή με την κιθάρα, εσένα και τους υπόλοιπους στο τραπέζι να βλέπετε τους στίχους από το κινητό και να τραγουδάτε, εμένα.

Λίγες μέρες μετά, ίσως βέβαια να ήταν και δύο μήνες, το άκουσα για τελευταία φορά. Δεν ήταν όμως στην ταβέρνα, αλλά στο όμορφο μπαράκι στην πρωτεύουσα. Πάλι από τον αδερφό σου που το λέει τόσο όμορφα. Ήμασταν μεγάλη παρέα και περνούσαμε καλά. Όταν ξεκινούσε το τραγούδι, γύρισες με είδες και μου έγνεψες ότι αρχίζει. Είχες πλέον καταλάβει ότι αυτό το τραγούδι με αγγίζει πολύ (ίσως πιο πολύ απ’ όσο θα ‘πρεπε). Εκείνη την ώρα λοιπόν, μιλούσα με αυτόν που καθόταν δίπλα μου. Η συζήτηση δεν ήταν σοβαρή, ήταν ότι να ‘ναι. Σταμάτησα να συμμετέχω λέγοντας πως μετά το τέλος του τραγουδιού θα είμαι και πάλι διαθέσιμη. Έβλεπα μελλοντικές εικόνες, εικόνες άλλων από το παρελθόν τους. Οι άλλοι που πέρασαν άσχημες μέρες, κυνηγημένοι από λάθη που έκαναν. Γιατί υπάρχουν κανόνες τους οποίους αγνόησαν και ακολούθησαν το συναίσθημα της στιγμής. Όταν ξέρεις τα λάθη των άλλων, όταν ξέρεις πόσο αυτά μπορούν να πληγώσουν, νιώθεις μια συμπάθεια. Στο «θύτη», στη «λεία», και στους δύο; Δεν ξέρω. Συμπάθεια στην αγνόηση των κανόνων που έφεραν τις άσχημες μέρες. Ίσως.

Η μέρα πλησιάζει επικίνδυνα γρήγορα και οι άμυνες είναι ακόμη απροετοίμαστες. Ξέρω πως δεν πρόκειται να ‘ρθεις κι όμως επιμένω να ελπίζω. Αρνούμαι να αφήσω το ενδεχόμενο να φύγει μακριά. Αυτό θέλω. Τη μέρα αυτή να είσαι εδώ. Σε μένα. Όχι αλλού. Γιατί ρε γαμώτο μπορεί να μην είναι και κάτι ιδιαίτερο αλλά μια μικρή σημασία την έχει. Τουλάχιστον για μένα. Δεν θέλω πάρτι, κλαμπ, ποτά κι όλα αυτά. Με έχουν κουράσει, με έχουν αηδιάσει. Θέλω ηρεμία, άνεση. Κάτι χαλαρό και γλυκό. Από σένα όμως, μόνο από σένα.

Θα έρθει η μέρα. Θα την περάσω μόνη μου (αν με αφήσουν), θα κλάψω, θα καταλάβω επιτέλους ότι η λογική νίκησε για ακόμη μια φορά. Θα χαθώ στον κόσμο που χάνομαι κάθε φορά, θα περάσει και θα γίνει πλέον μια ανάμνηση.


Μοναχικά γενέθλια στη Γαλλία. 

Τετάρτη 1 Οκτωβρίου 2014

Η αρχή του τέλους

Εβδομάδα τέσσερα.
Αλήθεια μου πήρε τέσσερις βδομάδες; 

Επιστροφή. Ένα καλοκαίρι περίεργο το οποίο με ανάγκασε να κάνω πράγματα για πρώτη φορά. Ένα καλοκαίρι που αντικατόπτρισε για πρώτη φορά το πως θα μπορούσε να είναι η μονιμότητα. Μαύρισα πολύ για πρώτη φορά, ένιωσα τόσο κοντά στο θάνατο, κατάφερα να εξοικειωθώ (σχεδόν) με τα νοσοκομεία. Πραγματικά ένα περίεργο καλοκαίρι.
Και ξαφνικά, ήρθε η μέρα που θα επιβιβαζόμουν στο αεροπλάνο. Ξανά. Έγιναν όλα τόσο μηχανικά, λες και αυτό κάνω από μικρή. Άσχημο πράγμα η συνήθεια. Κάποτε όταν έμπαινα στο αεροπλάνο προσπαθούσα να συγκρατήσω τα δάκρυα μου και να κρατήσω τον πανικό μακριά. Πάνε αυτά.
Όταν δε έφτασα «σπίτι» ήταν σαν να μην έφυγα ποτέ. Λες και οι τρεις μήνες που ήμουν μακριά ήταν απλά ένα όνειρο που έπρεπε να τελειώσει. Όλα είναι τα ίδια. Η ίδια θέα από το παράθυρο, ο ίδιος αδιάφορος κόσμος στο δρόμο, το ίδιο σπίτι. Εκτός από την καινούργια τζελατερία με σπιτικό ιταλικό παγωτό και τις αλλαγές στο ρόστερ του μάστερ, τα υπόλοιπα έμειναν στο περίπου στάσιμα.
Λίγοι μήνες μείνανε. Τέσσερις κατ’ ακρίβεια. Όταν σκέφτομαι ότι φτάνει το τέλος νιώθω νοσταλγία. Νοσταλγία για τα χρόνια που πέρασα εδώ, για όλα αυτά που έμαθα, ένιωσα κι έπαθα. Όλα όσα μετέτρεψαν το φοβισμένο δεκαεφτάχρονο σε ένα ενήλικα που έχει τα εφόδια και τις πιθανότητες να γίνει μια καλή επαγγελματίας. Γιατί δουλειά υπάρχει.

Σάββατο 22 Μαρτίου 2014

Sans aucun pretexte

Τίποτα δεν ξεπερνάει τη μαγεία του χαρτιού, τον τρόπο με τον οποίο με τον οποίο κουνάς τον καρπό σου, τους βολβούς ακολουθώντας την πορεία του χρώματος κάθως απλώνεται και γεμίζει το άδειο. Δε λέω, ωραίος και ο υπολογιστής αλλά τί εικόνες μπορεί να σου φέρει ακριβώς εκτός από την οθόνη και ίσως και κανένα τσιγάρο; 
Αυτή είναι και η ομορφία του να γράφεις. Το γέμισμα του άδειου, η δημιουργία εικόνων, το διάβασμα συναισθημάτων, το άγγιγμα, η μυρωδιά. 

Θέλω πάρα πολύ να βγω έξω, να πάω σε μια καφετέρια, κάτω από τον ήλιο, με ένα τετράδιο και ένα μολύβι, τα τσιγάρα και την έμπνευση, να καθίσω σ' ένα τραπεζάκι μόνη και να γράψω. Βέβαια, αυτός ο προγραμματισμός με τρομάζει. τι δηλαδή, θα κανονίσω να πάω κάπου για να το κάνω αποκλειστικά αυτό; Αυτό δε γίνεται, δε βγαίνει από μόνο του. Έλα όμως που το θέλω.